ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΤΑΘΑΚΗ

Η δημοσιονομική προσαρμογή
σύμφωνα με το Μνημόνιο 2 επιδιώκει να περικόψει τις δημόσιες δαπάνες
από το 44% (που είναι ο μέσος όρος της τελευταίας 20ετίας) στο 34-35%
του ΑΕΠ και να σταθεροποιήσει τα δημόσια έσοδα στο 38-39% του ΑΕΠ (που
είναι ο μέσος όρος της τελευταίας εικοσαετίας), με ένα πλεόνασμα της
τάξης του 4,5% του ΑΕΠ το οποίο θα εξυπηρετεί το δημόσιο χρέος.
Η δική μας σκέψη πρέπει να προσανατολιστεί στη σταθεροποίηση των δημόσιων οικονομικών με τρόπο που δεν θα επιφέρει επιπρόσθετη ύφεση και ταυτόχρονα σταδιακά θα οδηγήσει στην εξάλειψη του πρωτογενούς ελλείμματος του προϋπολογισμού. Η δημοσιονομική προσαρμογή μπορεί να σταθεροποιήσει τα έσοδα και τις δαπάνες στο 41-42% του ΑΕΠ και να διατηρήσει μία σχετικά σταθεροποιημένη συνθήκη με ένα μικρό εύρος διακύμανσης του ελλείμματος ανάλογα με τις διακυμάνσεις της πραγματικής οικονομίας.Η θέση αυτή επιβάλλει την αύξηση των δημόσιων εσόδων λίγο πάνω από το σημερινό επίπεδο, το 40%, και να αναδιανείμει τα φορολογικά βάρη από τα φτωχότερα στα πιο ευκατάστατα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Οφείλει να διορθώσει τη θεμελιακή αιτία του δημοσιονομικού προβλήματος, το οποίο αφορά το σκέλος των εσόδων. Ας θυμηθούμε ότι, σε σύγκριση με τους μέσους όρους της Ε.Ε. την περίοδο 1995-2009, τόσο οι ασφαλιστικές εισφορές όσο και η έμμεση φορολογία στην Ελλάδα προσφέρουν ακριβώς τους ίδιους αναλογικά πόρους. Αντίθετα, η άμεση φορολογία, δηλαδή ο φόρος φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων, υστερεί μόνιμα κατά 4-5% του ΑΕΠ, περίπου δηλαδή 8-10 δισ. τον χρόνο.

Η
δημιουργία ενός νέου, ενιαίου, καθολικού και αποτελεσματικού
φορολογικού συστήματος συνιστά την επίλυση του δομικού προβλήματος των
δημόσιων οικονομικών, που αναπαράγεται για πάρα πολλές δεκαετίες. Το
πρόβλημα των δημοσίων δαπανών είναι η εκτεταμένη διαφθορά της διοίκησης
και οι διασυνδέσεις επιχειρηματικών συμφερόντων με τις κρατικές δαπάνες
Η δική μας σκέψη πρέπει να προσανατολιστεί στη σταθεροποίηση των δημόσιων οικονομικών με τρόπο που δεν θα επιφέρει επιπρόσθετη ύφεση και ταυτόχρονα σταδιακά θα οδηγήσει στην εξάλειψη του πρωτογενούς ελλείμματος του προϋπολογισμού. Η δημοσιονομική προσαρμογή μπορεί να σταθεροποιήσει τα έσοδα και τις δαπάνες στο 41-42% του ΑΕΠ και να διατηρήσει μία σχετικά σταθεροποιημένη συνθήκη με ένα μικρό εύρος διακύμανσης του ελλείμματος ανάλογα με τις διακυμάνσεις της πραγματικής οικονομίας.Η θέση αυτή επιβάλλει την αύξηση των δημόσιων εσόδων λίγο πάνω από το σημερινό επίπεδο, το 40%, και να αναδιανείμει τα φορολογικά βάρη από τα φτωχότερα στα πιο ευκατάστατα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Οφείλει να διορθώσει τη θεμελιακή αιτία του δημοσιονομικού προβλήματος, το οποίο αφορά το σκέλος των εσόδων. Ας θυμηθούμε ότι, σε σύγκριση με τους μέσους όρους της Ε.Ε. την περίοδο 1995-2009, τόσο οι ασφαλιστικές εισφορές όσο και η έμμεση φορολογία στην Ελλάδα προσφέρουν ακριβώς τους ίδιους αναλογικά πόρους. Αντίθετα, η άμεση φορολογία, δηλαδή ο φόρος φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων, υστερεί μόνιμα κατά 4-5% του ΑΕΠ, περίπου δηλαδή 8-10 δισ. τον χρόνο.